Ο Έλληνας που έκλεισε deals µε την Google και την IBM

Ο Έλληνας που έκλεισε deals µε την Google και την IBM

01-21-41-6be545b962f74d55a583f7f9d7dd9a34

Eίναι µόλις 30 χρόνων κι έχει καταφέρει να κλείσει συµφωνίες µε δύο από τους µεγαλύτερους παγκόσµιους κολοσσούς στον κόσµο της τεχνολογίας: την Google και την IBM. Πραγµατοποιεί τζίρο πάνω από 4 εκατοµµύρια ευρώ τον χρόνο και έχει κάνει ήδη τα πρώτα του βήµατα εκτός ελληνικών συνόρων. Κι όλα αυτά µέσω… µηνυµάτων. Ο λόγος για τον Κωνσταντίνο Στρουµπάκη, ιδρυτή και CEO της εταιρείας Apifon, ο οποίος στην Ελλάδα της κρίσης έβαλε ένα µεγάλο στοίχηµα και, απ’ ό,τι δείχνει η µέχρι στιγµής πορεία, το κέρδισε.
Ο αυτοδίδακτος Θεσσαλονικιός –ο Κωνσταντίνος δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του, καθώς ένιωσε ότι δεν τον προετοιµάζουν για την πραγµατική αγορά εργασίας– είχε δείξει από µικρός την αγάπη του αλλά και την έφεση που είχε στον προγραµµατισµό. Ήταν µόλις 14 ετών όταν έγραψε τον πρώτο του κώδικα και 15 όταν σχεδίασε την πρώτη του εµπορική ιστοσελίδα, ένα e-shop.
Το 2007, σε ηλικία 18 ετών, έρχεται στην Αθήνα, από τη Θεσσαλονίκη, όπου διέµενε µόνιµα. Εργάστηκε για έναν χρόνο σε εµπορική εταιρεία, η οποία τότε ξεκινούσε τη λειτουργία της. Κάτι το οποίο έδωσε εφόδια στη µετέπειτα πορεία του Κωνσταντίνου, ο οποίος, αν και δραστηριοποιούνταν στον τοµέα του web, παρακολουθούσε µε µεγάλη προσοχή κάθε βήµα που έκανε η νέα εταιρεία σε όλους τους τοµείς.
Την επόµενη χρονιά ο Κωνσταντίνος επιστρέφει στη γενέτειρά του και, µε κεφάλαιο 2.000 ευρώ που πήρε από τους γονείς του, στήνει την πρώτη του εταιρεία: διαδικτυακές εφαρµογές, εξειδικευµένες ανάλογα µε τις ανάγκες µιας επιχείρησης. Ωστόσο, όπως εξηγεί ο Κωνσταντίνος Στρουµπάκης, το συγκεκριµένο µοντέλο ήταν κοστοβόρο, καθώς ήταν ανθρωποκεντρικό. Για κάθε νέο πελάτη χρειαζόταν δύο επιπλέον εργαζοµένους για να µπορέσει να αντεπεξέλθει, γεγονός που τον έκανε να συνειδητοποιήσει ότι οι προοπτικές ανάπτυξης της εταιρείας θα ήταν περιορισµένες.
Αντί, λοιπόν, να αναπτύσσει λογισµικό για τρίτους, ο Κωνσταντίνος αποφάσισε να δηµιουργήσει µια κοινή πλατφόρµα, την οποία και θα µπορούσε να πουλάει. Έτσι, το 2010 γεννιέται η ιδέα της Apifon. Της εταιρείας που µε τη σηµερινή της µορφή σχεδιάζει και αναπτύσσει υπηρεσίες business messaging (επικοινωνία µέσω µηνυµάτων για επιχειρήσεις).
Χρειάστηκαν σχεδόν 4 χρόνια, κεφάλαιο 5.000 ευρώ και πολλές θυσίες –όπως αποκαλύπτει ο Κωνσταντίνος– προκειµένου να µπορέσει η αρχική του ιδέα να υλοποιηθεί: να φτιαχτεί η υποδοµή και να χτιστεί η πλατφόρµα. Αρχές του 2014 η Apifon είναι έτοιµη να προσφέρει τις υπηρεσίες της (αρχικά µόνο µέσω SMS, στην πορεία ενέταξε και άλλα κανάλια επικοινωνίας) υπό τον έλεγχο του Κωνσταντίνου και µιας οµάδας ακόµα 4 ανθρώπων.
Τι ακριβώς, όµως, είναι η Apifon; Με απλά λόγια, είναι µια πολυκαναλική πλατφόρµα αποστολής µηνυµάτων και mobile marketing, η οποία επιτρέπει την επικοινωνία µέσω πολλαπλών καναλιών, όπως SMS, email, Viber, WhatsApp κ.ά. Μέσω της τεχνολογίας της Apifon, οι εταιρείες µπορούν να αυξήσουν το πελατολόγιό τους, να δηµιουργήσουν τις προωθητικές τους ενέργειες, να αυτοµατοποιήσουν τις επικοινωνίες τους, µε απώτερο σκοπό την αύξηση των πωλήσεών τους και τη βελτίωση της εµπειρίας των πελατών τους. “Είµαστε το κοµµάτι της απευθείας επαφής της εταιρείας µε τον πελάτη”, όπως εξηγεί ο Κωνσταντίνος Στρουµπάκης.
Από startup, σε τζίρο 4 εκατ. ευρώ
Τον πρώτο καιρό λειτουργίας της η Apifon έστελνε 1.000-1.500 µηνύµατα την ηµέρα για λογαριασµό των πελατών της. Σήµερα στέλνει καθηµερινά πάνω από 1,5 εκατ. µηνύµατα για λογαριασµό των πελατών της, η λίστα των οποίων περιλαµβάνει ονόµατα όπως Eurobank, Βασιλόπουλος, Watt & Volt, ACS, L’Oreal και Eurolife.
Από το 2014, οπότε και ξεκίνησε η εταιρεία, καταγράφει σταθερό ρυθµό αύξησης των µεγεθών της, της τάξης του 30%, και έχει φτάσει να εµφανίζει τζίρο άνω των 4 εκατ. ευρώ. Η αρχική οµάδα των 5 ατόµων έχει πλέον πολλαπλασιαστεί. Σήµερα η εταιρεία απασχολεί συνολικά 50 άτοµα στη Θεσσαλονίκη, 3 στην Αθήνα αλλά και 4 στη Μαδρίτη, τη νέα αγορά όπου έκανε µόλις φέτος την είσοδό της η Apifon.
Κι ενώ µέχρι πρόσφατα η εταιρεία αναπτυσσόταν κυρίως µε τις δικές της δυνάµεις, πλέον άλλαξε γραµµή πλεύσης και στράφηκε προς τα venture capitals, έχοντας µόλις πρόσφατα κλείσει νέο γύρο χρηµατοδότησης. “Αυτό δείχνει ότι πλέον µάς εµπιστεύεται η αγορά”, σηµειώνει ο Κωνσταντίνος Στρουµπάκης, προσθέτοντας: “Έτσι, η Apifon µπαίνει σε µια άλλη τροχιά”. Σε αυτό το σηµείο, µάλιστα, συµπληρώνει πως η µέχρι σήµερα πορεία της εταιρείας και οι προοπτικές που διαφαίνονται στον ορίζοντα κάνουν τους εργαζοµένους να αισθάνονται ότι “εργάζονται, γιατί όχι, στην επόµενη Facebook”.
Πόσο εύκολο ήταν, όµως, για έναν νέο να επιχειρήσει στην Ελλάδα της κρίσης; “Δεν ήταν µόνο η κρίση, ήταν και οι παθογένειες του συστήµατος”, λέει ο Κωνσταντίνος Στρουµπάκης. “Μην ξεχνάµε ότι η Ελλάδα έχασε πολλά και ικανά στελέχη µέσα στην κρίση και σε όλες τις δυσκολίες καλείσαι να εκπαιδεύσεις και να µανατζάρεις ανθρώπους οι οποίοι δεν πετυχαίνουν πάντα”, εξηγεί και συµπληρώνει: “Πρέπει να µπορείς να διαχειριστείς την αποτυχία”. Σίγουρα ο δρόµος δεν ήταν στρωµένος µε ροδοπέταλα. “Οι δυσκολίες πολλές. Και το εγχείρηµα αφορούσε µια άκρως ανταγωνιστική αγορά”. Υπήρξαν στιγµές που να ήθελε να τα παρατήσει; Πολλές, µας λέει. “Δουλεύεις, προσπαθείς και ξαφνικά βρίσκεσαι στο σηµείο µηδέν. Λες, όµως, δεν πειράζει. Κλείσαµε έναν καινούργιο πελάτη. Πάµε παρακάτω”.
Άλλωστε, όπως λέει ο ίδιος: “Στα 30 µου κοιτάω πίσω και βλέπω ότι έχουµε διανύσει µια πορεία, κι εγώ και η οµάδα µου θυσιάσαµε πολλά. Αλλά µπορούµε να πούµε ότι πετύχαµε. Προφανώς και θα µπορούσαµε να έχουµε αποτύχει, για πολλούς και διάφορους λόγους. Ωστόσο, τα καταφέραµε”. Ενώ εκτιµά πως ένας πολύ σηµαντικός παράγοντας είναι να συνεργάζεται κανείς “µε ανθρώπους που µοιράζονται τον ίδιο τρόπο σκέψης. Την ίδια φιλοσοφία”.
Τα deals µε την IBM και την Google
Εκτός από τους σηµαντικούς ρυθµούς ανάπτυξης, η Apifon έχει ακόµα δύο “παράσηµα”. Τις συµφωνίες που έχει κλείσει µε παγκόσµιους κολοσσούς της τεχνολογίας: την Google και την IBM.
Σε ό,τι αφορά την Google, η Apifon είναι µία από τις 100 εταιρείες που επέλεξε o παγκόσµιος κολοσσός για να συµµετέχουν στον νέο τρόπο ανταλλαγής µηνυµάτων SMS σε συσκευές κινητών Android που προωθεί. Πρόκειται για το RCS business messaging, µια τεχνολογία που ενσωµατώνει στο µήνυµα SMS περιεχόµενο µε εικόνες, video και ήχο, καθώς και διαδραστικές λειτουργίες. Πρόκειται για µια πολύ σηµαντική συνεργασία, αλλά και µια µεγάλη διάκριση, υπογραµµίζει ο κ. Στρουµπάκης, καθώς, όπως σηµειώνει, “αν δείτε τις υπόλοιπες 99 της λίστας, θα διαπιστώσετε πως πρόκειται για εταιρείες που διαπραγµατεύονται στον Nasdaq ή εταιρείες που ανήκουν σε δισεκατοµµυριούχους”.
Σχετικά µε τη συνεργασία µε την IBM, η Apifon αποτελεί την πρώτη ελληνική εταιρεία που µπήκε στο marketplace της και παρέχει Viber υπηρεσίες στο παγκόσµιο δίκτυο συνεργατών της.
Η αγορά της Ιβηρικής
Το πρώτο βήµα της Apifon εκτός Ελλάδος είναι ήδη πραγµατικότητα. Η εταιρεία ξεκίνησε την εκτός συνόρων παρουσία της από την αγορά της Ισπανίας. Γιατί Ισπανία; “Είναι µια σηµαντική αγορά, ενώ αποτελεί και προθάλαµο της Λατινικής Αµερικής”, εξηγεί ο κ. Στρουµπάκης και συµπληρώνει πως η χώρα της Ιβηρικής έχει ακόµα ένα πλεονέκτηµα: διαθέτει µεγάλο αριθµό πολυεθνικών εταιρειών.
Και µετά την Ισπανία; Όπως λέει ο CEO και ιδρυτής της Apifon, “το προϊόν µας έχει καταστεί ιδιαίτερα ανταγωνιστικό. Έχει µεγαλώσει πολύ και συνεχίζει να µεγαλώνει”. Μετά τη Νότια Ευρώπη, υπάρχει η Βόρεια Ευρώπη, η Ανατολική, η Ρωσία, η Ασία, η Βόρεια Αφρική και, βέβαια, η Αµερική. Κι ενώ µιλάει για µικρά και προσεκτικά βήµατα, την ίδια στιγµή µάς υπόσχεται ότι το 2020 “θα δούµε κάτι πολύ µεγάλο”.
Πηγή: Capital.gr * Αναδημοσίευση από την ελληνική έκδοση του περιοδικού Forbes

Τελευταία Νέα

Κατεβάστε την εφαρμογή μας