Ο κορονοϊός θα καταστήσει τις μεγάλες εταιρείες πιο κυρίαρχες από ποτέ έναντι των μικρών και μεσαίων

Ο κορονοϊός θα καταστήσει τις μεγάλες εταιρείες πιο κυρίαρχες από ποτέ έναντι των μικρών και μεσαίων

Coronavirus-finance

Του Peter R. Orszag
Η πανδημία του κορονοϊού πιθανότατα θα μας αφήσει μια οικονομία στην οποία οι μεγαλύτερες εταιρείες θα διαδραματίζουν διευρυμένο σε σχέση με σήμερα ρόλο, αντιπροσωπεύοντας υψηλότερο μερίδιο τόσο της απασχόλησης, όσο και των εσόδων. Τα χρηματιστήρια απεικονίζουν ξεκάθαρα το φαινόμενο: οι μεγαλύτερες εταιρείες έχουν δει μικρότερες απώλειες των μετοχών τους, κατά μέσο όρο, σε σχέση με τις μικρότερες.
Πρόκειται για την εταιρική έκδοση του “φαινομένου του Ματθαίου”: οι ισχυροί γίνονται ισχυρότεροι.
Αυτή η διαδικασία είχε ξεκινήσει πριν την εμφάνιση της πανδημίας. Από το 1995 έως το 2013, το μερίδιο των εργαζομένων στις ΗΠΑ που απασχολούνταν από εταιρείες με 10.000 ή περισσότερους υπαλλήλους αυξήθηκε σε περίπου 28% από 24%. Η McKinsey διαπίστωσε ότι οι εταιρείες “σούπερ-σταρ” (των οποίων τα έσοδα κατά μέσο όρο είναι επτά φορές εκείνα της μέσης επιχείρησης) αύξησαν το μερίδιο απασχόλησής τους στο 30% την περίοδο 2014-16, από 28% το 1995-1997.
Έχει υπάρξει μεγάλη συζήτηση για το γιατί συμβαίνει αυτό, ειδικά για τον ρόλο που διαδραματίζει στο συγκεκριμένο φαινόμενο η υψηλότερη παραγωγικότητα. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κατέληξε πρόσφατα στο συμπέρασμα ότι “οι αλλαγές με αιχμή την τεχνολογία στη δομή πολλών αγορών προϊόντων” έχουν παίξει μεγαλύτερο ρόλο σε σχέση με τους κανονισμούς ή τις αντιμονοπωλιακές πολιτικές και πρακτικές μεμονωμένων χωρών.
Το συγκριτικό πλεονέκτημα
Η τάση πιθανόν τώρα να επιταχυνθεί, διότι, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι μεγαλύτερες εταιρείες είναι λιγότερο πιθανό να “πέσουν σε ξέρα”: κατά κανόνα, διαθέτουν μεγαλύτερη ρευστότητα σε σχέση με τις μικρότερες εταιρείες και είναι πιο “απλωμένες” γεωγραφικά.
Η πανδημία έχει πλήξει τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις – οι οποίες συχνά έχουν περιορισμένη ρευστότητα – πολύ σκληρά και οι κρατικές πολιτικές για τη σωτηρία τους οι οποίες ακολουθούνται μέχρι στιγμής μπορεί να μην αποδειχθούν επαρκείς για να αποφευχθεί μια πλημμυρίδα χρεοκοπιών.
Είναι απολύτως πιθανό πολλές μικρές εταιρείες να μην επιβιώσουν ή να μην ανακάμψουν ποτέ, ακόμη και μετά την υποχώρηση της κρίσης. Ταυτόχρονα, ο κορονοϊός έχει πλήξει διαφορετικές περιφέρειες με διαφορετική ένταση την κάθε μία, ενώ και οι πολιτικές αντιμετώπισης του φαινομένου ποικίλλουν από χώρα σε χώρα – και αυτές οι διαφορές είναι πιθανό να συνεχίσουν να υπάρχουν όχι μόνον έως το καλοκαίρι, αλλά και αργότερα.
Με δεδομένο ότι οι μεγαλύτερες εταιρείες έχουν πολύ πιο διαφοροποιημένη έκθεση σε διάφορες αγορές, είναι καλύτερα πλασαρισμένες ώστε να επιβιώσουν από σοκ των οποίων η ένταση διαφέρει από τόπο σε τόπο.
Η καθετοποίηση των αλυσίδων εφοδιασμού
Ένας άλλος λόγος για τον οποίο η πανδημία θα επιταχύνει την εδραίωση της κυριαρχίας των μεγάλων εταιρειών είναι ότι θα ωθήσει τις αλυσίδες εφοδιασμού να καταστούν ολοκληρωμένα καθετοποιημένες, καθώς οι μεγαλύτερες εταιρείες θα ασκούν περισσότερο έλεγχο στην προσφορά, στον βαθμό που οι μικρότερες εταιρείες στην αλυσίδα θα χρειάζονται βοήθεια.
Η κρίση έχει αποκαλύψει την ευπάθεια που συνιστά η εξάρτηση από άλλες εταιρείες για κρίσιμες προμήθειες. Πολλές μεγάλες εταιρείες ενδέχεται να δείξουν την τάση να μεταφέρουν τμήματα της παραγωγής στο εσωτερικό της εταιρικής τους δραστηριότητας, ενώ ταυτόχρονα διαφοροποιούν τις γεωγραφικές τους τοποθεσίες.
Ταυτόχρονα, καθώς πολλοί μικρότεροι προμηθευτές αντιμετωπίζουν οικονομική δυσχέρεια, θα είναι πιο ελκυστικό για τους ίδιους να συναρθρωθούν με μεγαλύτερες εταιρείες.
Αντιμονοπωλιακές αρχές έχουν συχνά αντιμετωπίσει αυτό το είδος ολοκληρωμένης καθετοποίησης πιο ευνοϊκά σε σχέση με τις οριζόντιες συγχωνεύσεις εταιρειών του ίδιου κλάδου – ειδικά εάν μια αλυσίδα εφοδιασμού κινδυνεύει να καταρρεύσει. (Προειδοποιητικό “καμπανάκι” σε αυτό το σημείο αποτελεί ο αυξανόμενος εθνικισμός, ο οποίος μπορεί να εμποδίσει ορισμένους πιθανούς συνδυασμούς/συγχωνεύσεις).
Ακόμη ένας λόγος για τον οποίο οι μεγαλύτερες εταιρείες μπορούν τώρα να επεκτείνουν τα μερίδια αγοράς τους είναι απλώς ότι, κατά τη διάρκεια μιας κρίσης, οι άνθρωποι τις εμπιστεύονται περισσότερο.
Οι εργαζόμενοι αποδέχονται πιο εύκολα θέσεις εργασίας σε μεγαλύτερες εταιρείες, όπου η απασχόληση φαντάζει πιο “σίγουρη”, ενώ οι πελάτες εμπιστεύονται περισσότερο προϊόντα και υπηρεσίες από μεγαλύτερες εταιρείες, των οποίων τα brands μοιάζουν ασφαλέστερα.
Και τα δύο είδη εμπιστοσύνης επιτρέπουν την ανάπτυξη μεγαλύτερων εταιρειών. Αξίζει να σημειωθεί ότι, ως αποτέλεσμα της πανδημίας, δύο κλάδοι στους οποίους κυριαρχούν πολλές μεγάλες επιχειρήσεις – εκείνοι των βιοφαρμακευτικών προϊόντων και της τεχνολογίας – πιθανόν να αντιμετωπίζoνται πολύ ευνοϊκότερα από εδώ και στο εξής ως προς την κοινωνική τους αξία και χρησιμότητα.
Ο ρόλος της IT και ο “καθρέφτης” του χρηματιστηρίου
Μια σύνηθης άποψη υποδεικνύει ότι οι μικρότερες εταιρείες μπορούν να επωφεληθούν από το φαινόμενο της μετατόπισης της οικονομικής δραστηριότητας στον ψηφιακό κόσμο, όπως συμβαίνει την τωρινή περίοδο που οι άνθρωποι μένουν στο σπίτι, φαινόμενο που πιθανότατα θα παραμείνει υπαρκτό ακόμη και μετά τη λήξη της πανδημίας, επειδή είναι πιο ευκίνητες στη χρήση της τεχνολογίας των πληροφοριών (IT).
Στην πραγματικότητα, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι το αντίθετο, επειδή οι μεγαλύτερες εταιρείες είναι συχνά καλύτερα πλασαρισμένες στη χρήση της IT σε σχέση με τις μικρότερες.
Μια έρευνα και ανάλυση των προ πανδημίας τάσεων ως προς την παραγωγικότητα κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: “Μερικές φορές υποστηρίζεται ότι η τεχνολογία των πληροφοριών ισορροπεί τον ανταγωνισμό παρέχοντας φθηνά εργαλεία σε μικρές και νέες επιχειρήσεις. Αυτή εδώ η εργασία διαπιστώνει ότι μεγάλο μέρος του αντίκτυπου της IT μπορεί να είναι, αντίθετα, να γείρει ο ανταγωνισμός υπέρ εκείνων των επιχειρήσεων που είναι σε θέση να την χρησιμοποιήσουν πιο αποτελεσματικά”.
Η αντίδραση της χρηματιστηριακής αγοράς στην πανδημία υπογραμμίζει την χρηματοοικονομική δύναμη που συνοδεύει το μέγεθος: όσον αφορά το κορυφαίο 1% των εταιρειών που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο με βάση τα έσοδα του 2019 – εκείνες δηλαδη με τζίρο μεγαλύτερο των 52 δισ. δολ. – η σταθμισμένη μέση μείωση της τιμής των μετοχών τους μέχρι στιγμής μέσα στο 2020 είναι μόλις -9%.
Για εταιρείες με έσοδα 200-550 εκατομμυρίων δολαρίων, η απόδοση πλησιάζει το -40%.
Καθώς εξερχόμαστε από την πανδημία του κορονοϊού, η κατανομή στο εταιρικό σύμπαν πιθανότατα θα συνεχίσει να μετατοπίζεται προς τα μεγάλα μεγέθη.
 
Πηγή: Capital.gr

Τελευταία Νέα

Κατεβάστε την εφαρμογή μας