Η οικονομική επιστήμη θεωρείται γενικά ως κοινωνική επιστήμη, αν και ορισμένοι κριτικοί του τομέα υποστηρίζουν ότι τα οικονομικά υπολείπονται του ορισμού της επιστήμης για διάφορους λόγους. Στο συγκεκριμένο άρθρο αναλύουμε τους λόγους αυτούς και θα δούμε την οικονομική επιστήμη μα μια πιο κριτική ματιά, αναγνωρίζοντας τη συμβολή της.
Τι είναι επιστήμη;
Ο όρος επιστήμη με την ευρεία έννοια αρχικά δήλωνε το οργανωμένο σώμα της εξακριβωμένης και τεκμηριωμένης γνώσης.
Στη σύγχρονη εποχή, ο όρος είναι πιο περιορισμένος και δηλώνει το σύστημα απόκτησης γνώσης με βάση την επιστημονική μεθοδολογία που βασίζεται στην επιστημονική έρευνα, καθώς και στην οργάνωση και ταξινόμηση της αποκτώμενης με αυτόν τον τρόπο γνώσης.
Επομένως κάνουμε λόγο για δεδομένες αλήθειες που επιβεβαιώνονται πάντα. Για αυτό στην επιστήμη μια θεωρία ερμηνεύει με αντικειμενικά κριτήρια αυτά που παρατηρεί.
Αντίθετα, στα οικονομικά, αν και ακολουθείται η επιστημονική διαδικασία, η θεωρία δεν ερμηνεύει τα γεγονότα πάντοτε με αντικειμενικά κριτήρια.
Οι προβλέψεις των οικονομολόγων στην οικονομική επιστήμη
Οι επιστήμονες κάνουν περιορισμένα προβλέψεις. Αυτές γίνονται με βάση τα επιστημονικά δεδομένα τα οποία έχει επιβεβαιωθεί ότι κάτω από ορισμένες συνθήκες παράγουν κάποια δεδομένα αποτελέσματα.
Αντίθετα οι οικονομολόγοι αρέσκονται στις προβλέψεις και μάλιστα οι προβλέψεις είναι κομμάτι της δουλειάς τους.
Όμως οι προβλέψεις αυτές γίνονται ενώ είναι εξ αρχής γνωστό ότι υπάρχει αβεβαιότητα. Δεν είναι απαραίτητο ότι υπό δεδομένες προϋποθέσεις θα υπάρχουν δεδομένα αποτελέσματα. Την ίδια στιγμή και οι ίδιες οι προϋποθέσεις δεν είναι σίγουρο ότι θα ισχύουν.
Επίσης, οι προβλέψεις αυτές, σε κάποιες περιπτώσεις έχουν τη δύναμη να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των ανθρώπων που τις γνωρίζουν και τελικά να επιβεβαιωθούν σαν μια αυτό-εκπληρωμένη προφητεία. Αυτό βέβαια είναι ένα στοιχείο που εμπεριέχεται σε όλο τον κλάδο των αποκαλούμενων κοινωνικών επιστημών στον οποίο ανήκει η οικονομική επιστήμη.
Ένα παράδειγμα είναι όταν ένας οικονομικός αναλυτής προβλέπει την αύξηση στην τιμή μιας μετοχής που έχει σαν αποτέλεσμα πολλοί επενδυτές να την αγοράσουν και έτσι να ανεβάσουν όντως την τιμή της μετοχής.
Αντίθετα, στις «παραδοσιακές» επιστήμες, τα συμπεράσματα του ερευνητή δεν επηρεάζουν τη συμπεριφορά και τα αποτελέσματα αυτών που ερευνά. Αυτά συνεχίζουν να δρουν όπως θα έκαναν σε κάθε άλλη περίπτωση, όποια και αν είναι η αρχική υπόθεση του ερευνητή.
Οι υποθέσεις στις οποίες στηρίζεται η οικονομική επιστήμη
Ένα ακόμα δεδομένο είναι πως ένα μεγάλο μέρος των οικονομικών βασίζεται πάνω σε κάποιες θεωρητικές υποθέσεις που στις περισσότερες περιπτώσεις, όχι απλώς δεν είναι μια συγκεκριμένη στατική εικόνα της πραγματικότητας αλλά δεν είναι καν ρεαλιστικές.
Τα δύο κλασσικότερα παραδείγματα είναι:
- Η υπόθεση του ορθολογικού καταναλωτή. Προφανώς τέτοιοι καταναλωτές αν υπάρχουν είναι μετρημένοι στα δάχτυλα
- Το ceteris paribus. Σύμφωνα με αυτό παρατηρούμε και ερμηνεύουμε κάτι όταν όλοι οι υπόλοιποι προσδιοριστικοί παράγοντες είναι σταθεροί. Αυτό είναι κάτι που επίσης είναι εμφανές πως δεν ισχύει στην πράξη. Στην πραγματικότητα ένα πλήθος παραγόντων αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους κάθε στιγμή.
Η έλλειψη γενικά αποδεκτών θεωριών στην οικονομική επιστήμη
Όμως ακόμα και στην περίπτωση που όλες αυτές οι υποθέσεις είναι πραγματικές και έχουμε το τέλειο οικονομικό μοντέλο, αυτό δεν είναι δεδομένο ότι θα ισχύει πάντα και παντού.
Αυτό συμβαίνει γιατί τόσο το χρονικό όσο και το κοινωνικό πλαίσιο αλλάζουν τα δεδομένα. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που δεν υπάρχει μια γενικά αποδεκτή θεωρία. Μπορούμε να πούμε πως δεν υπάρχει κάποιο αξίωμα όπως στις θετικές επιστήμες.
Μπορεί μια θεωρία να είναι καλύτερη από τις άλλες, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι ισχύει 100% και είναι η μία και πραγματική αλήθεια.
Μια θεωρία κρίνεται αν λειτουργεί με βάση τους στόχους τους οποίους έχουν αυτοί που τη χρησιμοποιούν. Όμως οι ίδιοι στόχοι δεν είναι εύκολο να κριθούν με αντικειμενικά κριτήρια.
Για παράδειγμα μια θεωρία ελαχιστοποίησης κόστους μπορεί να αξιολογηθεί ως σωστή για μια εταιρεία που έχει σαν στόχο τον περιορισμό των στόχων πιστεύοντας ότι αυτό θα αυξήσει το κέρδος. Όμως αυτό μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα που δεν θα υπήρχαν αν ο στόχος ήταν η αύξηση των πωλήσεων, ώστε να αυξηθεί το κέρδος.
Είναι ο στόχος των οικονομολόγων απόλυτα σωστός;
Ας το πάμε τη σκέψη ακόμα πιο μακριά, στη βάση σχεδόν ολόκληρων των οικονομικών. Εκεί θα δούμε ότι ο στόχος που εξυπηρετούν οι θεωρίες και τα μαθηματικά που τις στηρίζουν είναι η μεγιστοποίηση του χρηματικού κέρδους.
Όμως η εμμονή με αυτό το στόχο εν τέλει μπορεί να μειώσει άλλα «κέρδη» όπως η ψυχολογία ανθρώπων. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις μπορεί να προκληθούν ζημίες όπως η κλιματική αλλαγή.
Ακόμη, μπορεί να μειώσει τα ίδια τα χρηματικά κέρδη μακροπρόθεσμα! Όταν για παράδειγμα οι περικοπές προσωπικού κοστίζουν τόσο στην ψυχολογία και τη λειτουργία όσων μένουν όσο και στη δημόσια εικόνα της οικονομικής μονάδας.
Σε επίπεδο χωρών ένα παράδειγμα είναι αυτό της Ελλάδας που έχει σαν κύρια παραγωγική δραστηριότητα τον Τουρισμό. Αυτό είναι κάτι ολόσωστο σύμφωνα με τη θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος του Ρικάρντο. Σύμφωνα με αυτή στόχος είναι να παράγεις αυτό στο οποίο χρειάζεσαι λιγότερους πόρους συγκριτικά με τις άλλες χώρες. Όμως σε περιπτώσεις όπως αυτή με την πανδημία του κορονοϊού η εξειδίκευση αυτή είναι επιζήμια για τη χώρα.
Η θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος έχει μαθηματική βάση. Όμως αυτή η μαθηματική βάση απλώς στηρίζει αλλά δεν μπορεί να αξιολογήσει την ίδια τη θεωρία.
Οικονομικές ερμηνείες: αλήθεια ή αληθοφάνεια;
Σε κάποιες περιπτώσεις τα οικονομικά καταφέρνουν πράγματι να περιγράψουν την αλήθεια ή τουλάχιστον μια πτυχή της αλήθειας.
Όμως σε αρκετές περιπτώσεις δεν μιλάμε για αλήθεια, αλλά για αληθοφάνεια. Αυτή στηρίζεται ως αλήθεια βάση μιας κοινωνικής σύμβασης που ορίζει ότι οι οικονομολόγοι λένε πάντα την αντικειμενική αλήθεια. Αυτό γίνεται πολύ πιο εύκολο από τη στιγμή που τα οικονομικά βασίζουν τις θεωρίες τους στα μαθηματικά.
Πρέπει όμως να απαξιώνουμε την οικονομική επιστήμη;
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι πρέπει να απαξιώσουμε τα οικονομικά, τα οποία έχουν τη δική τους συμβολή στην υλική και κοινωνική πρόοδο. Επίσης η οικονομική επιστήμη έχει δώσει πολύ χρήσιμα ή και απαραίτητα εργαλεία στο μάνατζμεντ και την πολιτική.
Ούτε φυσικά να απαξιώσουμε το επάγγελμα του οικονομολόγου. Μπορεί σύμφωνα με τον πολύ στενό ορισμό της λέξης ένας οικονομολόγος να μην είναι επιστήμονας, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν διακατέχεται από επιστημονικό πνεύμα.
Ένας οικονομολόγος είναι τεχνοκράτης και αν είναι καλός διαθέτει επιστημονικές και δύσκολες γνώσεις. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις οι οικονομολόγοι γνωρίζουν ένα πλήθος γνώσεων από άλλα επιστημονικά πεδία και μπορεί να λειτουργήσουν ως φιλόσοφοι.
Είναι σημαντικό να ακούμε τη γνώμη των οικονομολόγων και των μάνατζερ, ειδικά σε θέματα πολιτικής και διοίκησης επιχειρήσεων και να τη λαμβάνουμε σημαντικά υπόψη. Όμως δεν θα πρέπει να την έχουμε ως δόγμα ή δεδομένη και αντικειμενική αλήθεια. Ούτε πρέπει να θεωρούμε τους οικονομολόγους αυθεντίες.
Από τη μεριά τους οι οικονομολόγοι θα πρέπει να λειτουργούν με τον επιστημονικό τρόπο σκέψης και αυτό σημαίνει να αμφισβητούν με εποικοδομητικό τρόπο το ίδιο τους το πεδίο και αυτά τα οποία διδάχθηκαν.
Έτσι μόνο θα βοηθήσουν τον κλάδο τον οικονομικών, την κοινωνία και τον ίδιο τους τον εαυτό να αναπτυχθούν. Αυτό είναι που με παρακίνησε και εμένα να γράψω αυτό το άρθρο και ελπίζω ότι το κατάφερα.