Ενώ πολλές επιχειρήσεις προωθούν τα wellness programs σαν έναν τρόπο επένδυσης στην ευεξία των υπαλλήλων, αρκετές είναι εκείνες που επικεντρώνονται στη μείωση του κόστους υγείας.
Συνεπώς, προσφέρουν υπηρεσίες στους εργαζόμενους (όπως κουπόνια γυμναστηρίου) κάτι που οι δεύτεροι συχνά δεν έχουν χρόνο να αξιοποιήσουν.
Αν και τέτοιου είδους προσπάθειες μπορεί να έχουν τους καλύτερους σκοπούς, πολλά wellness programs υποτιμούνται καθώς έχουν δημιουργηθεί με μια νοοτροπία “το κάνω-το ξεχνάω”.
Σαν αποτέλεσμα, είναι πολλές φορές ανεπαρκή στο να στηρίξουν τις ανάγκες των εργαζομένων τόσο εντός όσο και εκτός εργασιακού χώρου.
Έρευνα έχει αποκαλύψει ότι παρότι το 87% των εργαζομένων έχουν πρόσβαση σε τέτοιου είδους προσφορές ευεξίας, μόνο το 23% τις χρησιμοποιεί.
Το ίδιο ισχύει για τα σωματικά όσο και για τα πνευματικά προγράμματα ευεξίας.
Το χειρότερο είναι ότι πολλές επιχειρήσεις ξοδεύουν πολύτιμους πόρους σε αυτά. Από την άλλη, υπάρχει και το κόστος της αποκατάστασης του εργατικού δυναμικού, της αντικατάστασης του αλλά και της παρακολούθησης μιας παραγωγικότητας που φθίνει.
Σε μια περιόδο που οι εργαζόμενοι συνεχίζουν να παραιτούνται σιωπηλά και πολλές επιχειρήσεις προσπαθούν να γεμίσουν τις κενές θέσεις εργασίας, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό για τις επιχειρήσεις να επαναφέρουν τα wellness programs.
Σκοπός τους οφείλει να είναι να κρατήσουν τους εργαζομένους χαρούμενους και υγιείς. Αυτό θα βελτιώσει την ενέργεια τους και κατά συνέπεια την απόδοση τους.
Αυτό που χρειάζονται οι εργαζόμενοι περισσότερο από ποτέ σήμερα, είναι μια τόνωση ενέργειας.
Τα ζητήματα ψυχικής υγείας επηρεάζουν την εργασία.
Η πανδημία COVID-19 έχει κάνει πιο έντονη την ανάγκη των εργαζόμενων να κάνουν οι εργοδότες ένα βήμα παραπάνω. Δεν αρκεί απλά να προσφέρουν πρόσβαση σε εφαρμογές και wellness programs.
Ας μην ξεχνάμε πως πολλοί εργαζόμενοι παλεύουν καθημερινά με προβλήματα ψυχικής υγείας τα οποία σε μεγάλο βαθμό επηρεάζονται και από την εργασία τους.
Πολλά από αυτά τα προγράμματα έχουν κατά καιρούς επικεντρωθεί σε τρόπους να μειωθούν τα κόστη ιατρικής περίθαλψης.
Δυστυχώς, όμως, δεν έχει γίνει το ένα βήμα παραπέρα ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες των εργαζόμενων.
Ειδικότερα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι επιχειρήσεις ανακάλυψαν πως όταν οι εργαζόμενοι εξαντλούνται σωματικά, νοητικά και συναισθηματικά, επηρεάζεται η παραγωγικότητα τους.
Αυτή η επίδραση στην παραγωγικότητα μπορεί να οφείλεται στο burnout που χαρακτηρίζεται από συναισθήματα εξάντλησης, κυνισμού και έλλειψη αποτελεσματικότητας. Επίσης δημιουργεί χρόνιο άγχος στο χώρο εργασίας.
Οι επιχειρήσεις καλούνται να σηκώσουν το βάρος της χαμηλής παραγωγικότητας μέσα από τη σιωπηλή παραίτηση, και την αντικατάσταση των δυσαρεστημένων εργαζόμενων που αποχωρούν από το χώρο εργασίας.
Το κόστος αυτό σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να ξεπεράσει και το κόστος του μισθού του εργαζομένου κατά τρεις ή τέσσερις φορές.
Συνεπώς, η πρόληψη είναι το καλύτερο όπλο έναντι της θεραπείας.
Γιατί οι επιχειρήσεις οφείλουν να επικεντρωθούν στα wellness programs;
Έρευνες έχουν δείξει ότι οι εργαζόμενοι που είναι υγιείς είναι πιθανότερο να είναι πιο παραγωγικοί στην εργασία τους. Επιπλέον, όσοι έχουν καλή ψυχική υγεία είναι λιγότερο πιθανό να παρουσιάσουν burnout.
Ακόμα και η σωματική άσκηση αυξάνει τη μνήμη και την πνευματική διαύγεια σε ενηλίκους.
Το 23% των εργαζόμενων μάλιστα έχει παρουσιάσει μεγαλύτερη κερδοφορία σε σχέση με επιχειρήσεις με εργαζόμενους με χαμηλότερη ενεργή συμμετοχή.
Για να βοηθήσουμε τις επιχειρήσεις να απολαύσουν τα οφέλη της αυξανόμενης ευεξίας των εργαζόμενων, είναι καιρός να επανασχεδιάσουμε τα wellness programs.
Έτσι, θα βοηθήσουμε ενεργά τους εργαζομένους να βελτιώσουν τα επίπεδα ενέργειας τους.
Αυτό σημαίνει την προσφορά στοχοποιημένων και εξειδικευμένων λύσεων, ειδικά σχεδιασμένων για να καλύψουν τις ειδικές ανάγκες των εργαζόμενων.
Κάποιες από αυτές μπορεί να είναι η σωματική και πνευματική υγεία. Η συναισθηματική ευεξία και η ανακάλυψη της αίσθησης σκοπού των εργαζόμενων.
Για τη στήριξη του εργατικού δυναμικού, οι επιχειρήσεις οφείλουν:
- Να αυξήσουν την πρόσβαση σε υπηρεσίες που προωθούν την αποτελεσματικότητα και εξοικονομούν χρόνο. Οι επιχειρήσεις πρέπει να προσφέρουν υπηρεσίες όπως η φροντίδα παιδιών, η μέριμνα για τη φροντίδα ηλικιωμένων. Η καθοδήγηση καριέρας, η προσωπική εκπαίδευση και η θεραπεία μπορούν να βοηθήσουν τους εργαζόμενους να βρουν την ισορροπία ανάμεσα στην επαγγελματική και την προσωπική τους ζωή.
- Να αυξήσουν τα προγράμματα επίγνωσης. Να υπενθυμίζουν στους εργαζόμενους τακτικά τα διαθέσιμα προγράμματα. Επίσης να τονίζουν τη σημασία της συμμετοχής όλων σε αυτά.
- Να μειώνουν το στίγμα γύρω από τα προβλήματα ψυχικής υγείας. Οι εργαζόμενοι πρέπει να σταματήσουν να αγχώνονται για το αν θα περιθωριοποιηθούν αν χρησιμοποιήσουν τα προγράμματα αυτά. Για το λόγο αυτό, οι διευθυντές πρέπει να ενδυναμώσουν τους εργαζόμενους να χρησιμοποιούν τα προγράμματα αυτά όντας και οι ίδιοι παραδείγματα προς μίμηση. Είναι σημαντικό να μη φοβάται κάποιος να μιλήσει για ό,τι τον απασχολεί.
- Να ακούν τους εργαζόμενους και να επικεντρωθούν σε αυτό που λειτουργεί. Να δημιουργήσουν ένα μηχανισμό ανατροφοδότησης. Να αξιολογούν ποιες υπηρεσίες χρησιμοποιούνται από τους εργαζόμενους και ποιες έχουν μεγαλύτερη απόδοση επενδυτικά. Να συνεχίσουν να επενδύουν σε προγράμματα που κάνουν τη διαφορά και να σταματήσουν αυτά που δεν είναι λειτουργικά.
Θέτοντας σαν βασική προτεραιότητα την διαχείρηση της ενέργειας και την επένδυση σε πόρους που διασφαλίζουν την πνευματική, την ψυχική και συναισθηματική ενέργεια των εργαζόμενων, οι επιχειρήσεις μπορούν να χρησιμοποιήσουν την ευεξία σαν μια στρατηγική βελτίωσης της απόδοσης.
Με αυτό τον τρόπο μπορούν να ηγηθούν καινοτόμων λύσεων και αποτελεσμάτων.
Πηγή: Harvard Business School