Μια οδυνηρή κατάσταση που πιθανώς να βιώσει μια κυβέρνηση είναι αυτό που ονομάζουμε παγίδα ρευστότητας.
Η κατάσταση αυτή προκύπτει όταν η εκάστοτε κυβέρνηση προέρχεται από περίοδο ύφεσης κι επιδιώκει να απαλλαχτεί από αυτήν.
Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή συναντά ιδιαίτερη δυσκολία.
Όπως είναι επόμενο, οι ποικίλλες επιχειρήσεις εντός μιας χώρας επηρεάζονται απόλυτα από την ευρέως υποβαθμισμένη οικονομική πραγματικότητα που επικρατεί.
Γι’ αυτό, στο παρόν άρθρο, θα εξηγήσουμε τι είναι η παγίδα ρευστότητας, τι συμβαίνει σε αυτή και θα την αναπαραστήσουμε γραφικά.
Επίσης, θα αναφέρουμε τις συνέπειες που επιφέρει, πώς αυτές μετριάζονται κι ένα σχετικό παράδειγμα για περαιτέρω κατανόηση.
Τι είναι η παγίδα ρευστότητας;
Η παγίδα ρευστότητας αναφέρεται σε μια κατάσταση όπου τα επιτόκια σε μια οικονομία βρίσκονται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα.
Οπότε, τα άτομα προτιμούν να διατηρούν τα χρήματά τους σε μετρητά ή ισοδύναμα μετρητών καθώς είναι αβέβαια για την απόδοση της οικονομίας ενός έθνους.
Οι παγίδες ρευστότητας συμβαίνουν όταν μια χώρα προσπαθεί να ανακάμψει από μια ύφεση.
Στην προκειμένη περίπτωση, η κυβέρνηση στοχεύει να ενισχύσει τις επενδύσεις στη χώρα μειώνοντας τα επιτόκια για να διευκολύνει τον δανεισμό.
Σε μια τυπική οικονομία, μια τέτοια μείωση των επιτοκίων ενθαρρύνει τόσο τα επίπεδα δανεισμού όσο και τα επίπεδα δαπανών, τόσο από τη μεριά των παραγωγών όσο και των καταναλωτών.
Κάτι που αντανακλάται μέσω της αύξησης τόσο των ιδιωτικών επενδύσεων όσο και των καταναλωτικών δαπανών.
Αυτό οδηγεί σε βελτίωση των επιπέδων της συνολικής ζήτησης μιας οικονομίας, οδηγώντας έτσι σε αντίστοιχη άνοδο και του ΑΕΠ της χώρας.
Ωστόσο, μια επεκτατική νομισματική πολιτική μέσω της μείωσης των επιτοκίων δανεισμού είναι αναποτελεσματική όταν τα επιτόκια είναι ήδη κοντά στο 0.
Κι αυτό διότι οποιαδήποτε περαιτέρω μείωση δεν έχει καμία επίδραση στα πρότυπα δανεισμού των ατόμων.
Λόγω της επικρατούσας ύφεσης της ζήτησης και των επιπέδων παραγωγής, τα άτομα προτιμούν να αποθηκεύουν τα χρήματά τους όταν εξασθενούν οι οικονομικές συνθήκες.
Μια παγίδα ρευστότητας υπάρχει σε τρεις κύριες καταστάσεις:
- Όταν το ονομαστικό επιτόκιο είναι μηδέν.
- Η οικονομία αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε ύφεση ή οικονομική δυσφορία.
- Η νομισματική πολιτική είναι αναποτελεσματική και δεν μπορεί να μειώσει περαιτέρω το επιτόκιο.
Τι συμβαίνει στην παγίδα ρευστότητας;
Όταν υπάρχει παγίδα ρευστότητας, η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αποπληθωρισμό.
Όταν ο αποπληθωρισμός είναι επίμονος, μπορεί να προκαλέσει αύξηση του πραγματικού επιτοκίου.
Βλάπτει τις επενδύσεις και διευρύνει το παραγωγικό κενό – η οικονομία περνά σε έναν φαύλο κύκλο.
Εάν η ύφεση είναι επίσης επίμονη, ο αποπληθωρισμός μειώνει περαιτέρω την παραγωγή και η νομισματική πολιτική είναι αναποτελεσματική.
Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης στις ΗΠΑ, το ποσοστό πληθωρισμού στην οικονομία ήταν -6,7% και μόλις το 1943 οι τιμές επέστρεψαν στα κανονικά τους επίπεδα πριν από την κρίση.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της ιαπωνικής ύφεσης του 1995, ο αποπληθωρισμός συνεχίστηκε μέχρι το 2005 με το μέσο ποσοστό πληθωρισμού στο –0,2%.
Ο κύριος λόγος για τον αποπληθωρισμό σε μια οικονομία είναι οι αποτυχίες του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Η οικονομική ύφεση μπορεί να εντείνει την παγίδα ρευστότητας επειδή ο αποπληθωρισμός αυξάνει την πραγματική αξία του χρέους.
Οι δανειολήπτες δεν είναι πλέον σε θέση να αποπληρώσουν το χρέος τους και οι τράπεζες και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα υποφέρουν από πτώση καθώς τα δάνεια δεν επιστρέφονται.
Τόσο η Μεγάλη Ύφεση όσο και η ιαπωνική ύφεση προέκυψαν από οικονομικές αποτυχίες.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, η κυβέρνηση υιοθέτησε μια πολιτική πιστωτικής στενότητας.
Για να βελτιώσουν τις υπάρχουσες οικονομικές συνθήκες, οι τράπεζες προσπάθησαν να περιορίσουν τα νέα δάνεια και να διαγράψουν τα υπάρχοντα.
Ωστόσο, η πολιτική πιστωτικής κρίσης οδήγησε σε έναν φαύλο κύκλο, καθώς μείωσε τις επενδύσεις και την παραγωγή.
Κι αυτό γιατί οι τράπεζες ήταν επίσης πιο προσεκτικές όσον αφορά την παροχή πιστώσεων στους επενδυτές.
Μια παγίδα ρευστότητας μπορεί να υπάρξει όταν το ονομαστικό επιτόκιο δε φτάνει στο μηδέν.
Αιτία αποτελεί ο κίνδυνος διατήρησης των περιουσιακών στοιχείων, που αυξάνει τις πιθανότητες απώλειας του περιουσιακού στοιχείου μόλις ενσωματωθεί ο κίνδυνος.
Γραφική αναπαράσταση της παγίδας ρευστότητας
Μια παγίδα ρευστότητας υπάρχει συνήθως όταν το βραχυπρόθεσμο επιτόκιο είναι στο μηδέν τοις εκατό.
Η καμπύλη ζήτησης γίνεται ελαστική και το επιτόκιο είναι πολύ χαμηλό και δεν μπορεί να πέσει περαιτέρω.
Οποιαδήποτε μέτρα από την κυβέρνηση για την τόνωση της επέκτασης δε θα λειτουργήσουν.
Αυτό οφείλεται στην προσφορά χρήματος που θα διατηρηθεί με τη μορφή ταμειακών υπολοίπων.
Κι αυτό θα καταστήσει αδύνατο για την κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει τα επιτόκια ως οικονομική τόνωση.
Η ιδέα απεικονίζεται στο παρακάτω σχήμα:
Συνήθως, η μείωση των επιτοκίων ενθαρρύνει τις δαπάνες, αλλά σε μια παγίδα ρευστότητας, η αλλαγή στην προσφορά χρήματος δεν αλλάζει τις συνήθειες δαπανών.
Επομένως, η χρήση της νομισματικής πολιτικής είναι αναποτελεσματική (όπως φαίνεται παραπάνω).
Ποιες είναι οι συνέπειες;
Ένας από τους κύριους δείκτες που πρέπει να κατανοήσετε κατά την ανάλυση μιας παγίδας ρευστότητας και των συνεπειών της είναι η επίδρασή της στις αγορές μετοχών και ομολόγων, αντίστοιχα.
Οι επενδύσεις σε ίδια κεφάλαια επηρεάζονται σημαντικά καθώς τα άτομα είναι διφορούμενα σχετικά με τις επιδόσεις των εταιρειών στο εγγύς μέλλον.
Αυτό μειώνει τις ταμειακές ροές αυτών των επιχειρήσεων, επηρεάζοντας σοβαρά τα επίπεδα παραγωγής τους κι εν συνεχεία το ΑΕΠ μιας χώρας.
Οι επενδύσεις στην αγορά ομολόγων μειώνονται επίσης σημαντικά, καθώς οι τιμές των ομολόγων και τα επιτόκια συνδέονται αντιστρόφως.
Τα ομόλογα συνδέονται συνήθως με καθεστώς σταθερού επιτοκίου.
Οπότε, οποιαδήποτε αύξηση των επιτοκίων της αγοράς αναγκάζει τους επενδυτές να στραφούν σε αντίστοιχα επενδυτικά σχήματα, όπως οι πάγιες καταθέσεις.
Αυτό μειώνει τη ζήτηση για ομόλογα, οδηγώντας κατά συνέπεια σε απότομη πτώση της τιμής των ομολόγων.
Σε περίπτωση παγίδων ρευστότητας, τα άτομα αναμένουν ότι τα επίπεδα των επιτοκίων θα αυξηθούν από τα αμελητέα επίπεδα με την πάροδο του χρόνου.
Έτσι, θα οδηγηθούμε σε πτώση των τιμών των ομολόγων.
Ως εκ τούτου, υπό τον φόβο των απωλειών κεφαλαίου, τα άτομα προτιμούν να αποθηκεύουν τα χρήματά τους σε μετρητά ή σε τυπικό λογαριασμό ταμιευτηρίου αντί να τα επενδύουν.
Έτσι, η επεκτατική νομισματική πολιτική (μέσω της μείωσης των επιτοκίων) δεν έχει κανέναν αντίκτυπο στην τόνωση των επιπέδων επενδύσεων σε μια χώρα.
Τα άτομα προτιμούν να διατηρούν τα κεφάλαιά τους αντί να τα επενδύουν, φοβούμενοι τις ανεπαρκείς αποδόσεις ή/και την αβεβαιότητα της αγοράς.
Παγίδα ρευστότητας: Πώς μετριάζονται οι συνέπειες;
Όπως ήδη αναφέραμε, η παραδοσιακή νομισματική πολιτική είναι αναποτελεσματική όταν υπάρχει παγίδα ρευστότητας στην οικονομία.
Οπότε, οι κυβερνήσεις αναζητούν πιο αντισυμβατικές μεθόδους για να βγάλουν την οικονομία από την παγίδα.
Μία από τις πιο αποτελεσματικές λύσεις είναι η ποσοτική χαλάρωση.
Δηλαδή, οι κεντρικές τράπεζες αγοράζουν χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία από εμπορικές τράπεζες και άλλα ιδρύματα.
Με αυτόν τον τρόπο, αυξάνονται οι τιμές για αυτά τα περιουσιακά στοιχεία, μειώνονται οι αποδόσεις και αυξάνεται η ρευστότητα στην οικονομία.
Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο κύριος λόγος για τη Μεγάλη Ύφεση ήταν η νομισματική συρρίκνωση που εφαρμόστηκε από την Federal Reserve Bank το 1927.
Σύμφωνα με τον οικονομολόγο Milton Friedman, μια πιο κατάλληλη απάντηση στην ύφεση θα ήταν η νομισματική χαλάρωση ή «δωρεά χρημάτων», όπως την αποκάλεσε.
Μεταξύ 1933 και 1941, το χρηματιστήριο των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 140%, κυρίως λόγω της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής.
Επίσης, το 1999, η Ιαπωνία χρησιμοποίησε πολιτικές ποσοτικής χαλάρωσης αφού το επιτόκιο-στόχος της πολιτικής τέθηκε στο μηδέν.
Ο στόχος της ποσοτικής χαλάρωσης ήταν να καταστούν άμεσα διαθέσιμα τα αποθεματικά στις εγχώριες τράπεζες.
Οι κεϋνσιανοί οικονομολόγοι θα υποστήριζαν ότι ο καλύτερος τρόπος για να μετριαστούν οι επιπτώσεις μιας παγίδας ρευστότητας είναι μέσω μιας επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής.
Ο Πρόεδρος Franklin Roosevelt χρησιμοποίησε μια τέτοια δημοσιονομική πολιτική κατά τη διάρκεια του New Deal το 1933.
Η κυβέρνηση αύξησε τις δαπάνες μέσω ενός προγράμματος δημοσίων έργων (π.χ. the Tennessee Valley authority).
Η ιαπωνική κυβέρνηση ξόδεψε επίσης 100 τρισεκατομμύρια γιεν σε δημόσια προγράμματα σε μια περίοδο δέκα ετών.
Παράδειγμα
Μια επιβράδυνση της ιαπωνικής οικονομίας παρατηρήθηκε για πρώτη φορά κατά τη δεκαετία του 1990, μετά την οποία τα κανονικά επιτόκια της χώρας μειώθηκαν δραστικά.
Καθώς η εμπιστοσύνη των καταναλωτών και των παγκόσμιων επενδύσεων υποχώρησε, παρατηρήθηκε πτώση στις τιμές του Nikkei 25, του δείκτη αναφοράς του Τόκιο.
Από το 2019, τα επιτόκια στην Ιαπωνία λειτουργούν στο – 0,1%.
Μια παγίδα ρευστότητας είναι μια σημαντική συνέπεια της ύφεσης και μπορεί να έχει καταστροφικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη μιας οικονομίας, εάν δεν επιλυθεί άμεσα.
Οι επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές λειτουργούν στις περισσότερες περιπτώσεις.
Ωστόσο, τι ισχύει σε περίπτωση παγίδων ρευστότητας;
Η απάντηση είναι ότι οι υψηλά ανεπτυγμένες οικονομίες αντιμετωπίζουν συχνά προκλήσεις για την αναζωογόνηση του επιπέδου της συνολικής ζήτησης.
Τα απλά άτομα τείνουν να συσσωρεύουν τον πλούτο τους μέχρι την οικονομική σταθερότητα.
Όμως, οι έμπειροι επενδυτές συχνά εκμεταλλεύονται αυτή την κατάσταση πραγματοποιώντας αγορές μετοχών αξίας σε χαμηλότερες τιμές συναλλαγών.
Αυτό τους δίνει τη δυνατότητα να απολαμβάνουν υψηλότερες ανταμοιβές (μέσω κεφαλαιακών κερδών) όταν η οικονομία ανακάμπτει, καθώς οι τιμές τέτοιων τίτλων αυξάνονται σε περιόδους οικονομικής άνθησης.
Πηγές: Corporate Finance Institute, Groww